Μπορεί η κυβέρνηση να εξυγιάνει το αδιαφανές σύστημα των ΜΜΕ;
Συμμετοχική ή "μιντιακή" δημοκρατία;
Αν όντως ο νέος πρωθυπουργός Γ. Παπανδρέου "δεν χρωστάει σε κανένα" και
παραμένει πιστός στη διαφάνεια και το δίκαιο, όπως κατά κόρον υποστήριζε στις
προεκλογικές του ομιλίες, τότε η πολιτική της κυβέρνησής του στο πεδίο της
ενημέρωσης (και των "νταβατζήδων") αποκτά εξαιρετικό ενδιαφέρον.
Εως ότου ανακοινωθεί η ακριβής κατανομή ρόλων και προθέσεων των συναρμοδίων
υπουργών Παύλου Γερουλάνου, Γιάννη Ραγκούση, Γιώργου Πεταλωτή και Δημήτρη Ρέππα,
καλό θα είναι να ξέρουν τι τους περιμένει.
* Ο νόμος του κ. Ρουσόπουλου 3592/2007, που προέκυψε μετά την κωμωδία του
"βασικού μετόχου", ευνόησε τη συγκέντρωση της ιδιοκτησίας των επιχειρήσεων ΜΜΕ
και τη διαμόρφωση μεγάλων Ομίλων ταυτόχρονης κατοχής όλων των ειδών των Μέσων
(τηλεοράσεις εθνικής και τοπικής εμβέλειας, θεματικά κανάλια, ραδιοσταθμούς όλων
των κατηγοριών, εφημερίδων -καθημερινών, εβδομαδιαίων, αθλητικών, πανελλαδικής ή
τοπικής κυκλοφορίας- κάθε είδους περιοδικών, τυπογραφικών εργοστασίων, εταιρειών
διαφήμισης, παραγωγής και δημοσίων σχέσεων, χαρτιού, μουσικής, σινεμά, θεαμάτων
κ.λπ). Παράλληλα, οι ίδιοι ιδιοκτήτες θα κατέχουν προνομιακά στο εξής και τις
(υπό διανομή) νέες -και αριθμητικά πολλαπλάσιες- ψηφιακές επίγειες συχνότητες
εκπομπών T.V και πολυμέσων, ενώ ασφαλώς μπορούν να συνεχίσουν να
δραστηριοποιούνται και σε κάθε άλλο οικονομικό τομέα, εγχώριο ή εξωχώριο, και
δικαιούνται άνευ ορίων να προμηθεύουν το Δημόσιο και να συναλλάσσονται με
οποιονδήποτε τρόπο μαζί του για οποιοδήποτε έργο ανεξάρτητα από το ύψος του
προϋπολογισμού του. Επιπλέον η Ν.Δ. απήλλαξε τα κανάλια από όλους τους ειδικούς
φόρους και από κάθε ενοίκιο κατοχής των συχνοτήτων, οι οποίες υποτίθεται ότι
αποτελούν δημόσια περιουσία και σύμφωνα με το νόμο όφειλαν να πληρώνουν το 2%
επί του ετήσιου τζίρου τους στο κράτος.
* Ενώ λοιπόν συγκεντροποιείται το κεφάλαιο που επενδύεται (από παλαιούς και
νέους μπίζνεσμαν) στον θαυμαστό κόσμο των Media, καθιστώντας τον "κλάδο" ακόμα
ισχυρότερο και έως ασυδοσίας κεντρικό ιδεολογικό μηχανισμό επιρροής πάνω στο
πολίτευμα, και προφανώς πάνω στην κοινωνική συνείδηση, την ίδια ώρα οι παραγωγοί
ενημέρωσης και πολιτισμού, οι εργαζόμενοι δηλαδή στο πολυδαίδαλο και διαρκώς
μεταβαλλόμενο σύστημα των ΜΜΕ, οδηγούνται στην εξαθλίωση και στην εξαχρείωση.
* Οι νεοφιλελεύθεροι κυβερνώντες όχι μόνο δεν έθεσαν προϋποθέσεις πλήρους (και
απαραίτητης για την παραγωγή αξιοπρεπούς προϊόντος) σύνθεσης του προσωπικού
(δημοσιογραφικού, τεχνικού, διοικητικού) των ηλεκτρονικών κυρίως ΜΜΕ τα οποία
νέμονται τις δημόσιες συχνότητες, αλλά διέλυσαν πλήρως τις εργασιακές σχέσεις,
ενθάρρυναν τις εξωτερικές εργολαβίες (outsourcing), απέφυγαν να επιβάλουν τις
συλλογικές συμβάσεις εργασίας, αγνόησαν τις ήδη από το 1998 διατυπωμένες αρχές
της δημοσιογραφικής δεοντολογίας της ΕΣΗΕΑ/ΠΟΕΣΥ και τίναξαν στον αέρα τα
ασφαλιστικά δικαιώματα των νεότερων γενιών εργαζομένων. Κοντολογίς η "γενιά των
700" ευρώ με το "μπλοκάκι" πρωτοδοκιμάστηκε στην ΕΡΤ (του ρουσφετιού και της
ρεμούλας), στα περιοδικά, στα ιδιωτικά κανάλια και ραδιόφωνα για να επεκταθεί
λίγο μετά και στις παραδοσιακές εφημερίδες που ούτως ή άλλως, λόγω και των
τεχνολογικών εξελίξεων (διαδίκτυο), μπαίνουν σε φάση μείωσης της κερδοφορίας
τους.
* Ειδικά για την ψηφιακή μετεξέλιξη του Τύπου (ενημερωτικά Portals στο internet)
οι νεοφιλελεύθεροι κυβερνώντες -σε συμμαχία με τη συντεχνία των παλιότερων
δημοσιογράφων- έχουν στερήσει όλα τα δικαιώματα των συντακτών, φωτορεπόρτερ,
τεχνικών σχεδιασμού ιστοσελίδων και διοικητικών υπαλλήλων στα Νέα Μέσα, εν
ονόματι της "περιφρούρησης των κεκτημένων" από την "εισβολή" νέων μελών στις
συνδικαλιστικές ενώσεις και στο ειδικό ασφαλιστικό καθεστώς του Τύπου. Ετσι στα
ψηφιακά μέσα ενημέρωσης δεν εφαρμόζονται οι συλλογικές συμβάσεις, δεν μπορούν οι
εργαζόμενοι να εγγραφούν στα σωματεία τους και να ασφαλιστούν στα Ταμεία τους. Η
"μαύρη εργασία" ή η δουλειά με το "μπλοκάκι" με τη συνακόλουθη υποχρεωτική
αυτασφάλιση στο Ταμείο Ελεύθερων Επαγγελματιών και Εμπόρων (ΤΕΒΕ-ΟΑΕΕ) είναι
καθεστώς, το οποίο -δεν θέλει και πολύ σκέψη- επηρεάζει αρνητικά τα όποια
περιθώρια ανεξαρτησίας και εγκυρότητας μπορεί να έχει η άσκηση της
δημοσιογραφίας που διακινείται, όλο και περισσότερο, μέσω του διαδικτύου.
* Η προνομιακή -και λόγω "διαπλοκής"- επιδότηση και δανειοδότηση των
επιχειρήσεων ενημέρωσης από τα σχετικά ευρωπαϊκά, εθνικά ή τραπεζικά προγράμματα
δισεκατομμυρίων ευρώ, ουδέποτε συνδέθηκε με τις θέσεις εργασίας (ρήτρα
προσωπικού), ουδέποτε απαιτήθηκε η φορολογική και ασφαλιστική "ενημερότητα" για
να δοθούν τα εκατομμύρια κάθε χρόνο της περίφημης "κρατικής διαφήμισης", των
"ισολογισμών" και των άλλων υποχρεωτικών δημοσιεύσεων που στηρίζουν πελατειακά
το σύστημα των επιχειρήσεων ενημέρωσης. Τουναντίον, σε πολλές περιπτώσεις όταν
οι εργαζόμενοι κατέφευγαν στους -έτσι κι αλλιώς αποδυναμωμένους- ελεγκτικούς
μηχανισμούς για να συλληφθεί η κλοπή των δεδουλευμένων τους ή των ασφαλιστικών
τους εισφορών, διαπίστωναν ότι οι "νταβατζήδες" ...χαίρουν ασυλίας.
* Το ΕΣΡ, που έχει υποτίθεται την αρμοδιότητα για τη λειτουργία και το
περιεχόμενο των ηλεκτρονικών ΜΜΕ εσκεμμένα φυτοζωεί διυλίζοντας τον κώνωπα (εάν
επιτρέπεται λ.χ. ένα ομοφυλοφιλικό φλερτ) και καταπίνοντας την κάμηλο, τόσο της
"κίτρινης" ή της εξοργιστικά μονοθεματικής και μονόπλευρης δημοσιογραφίας των
τηλεπαραθύρων όσο και της σαρωτικής κυριαρχίας των πάσης φύσεως -δήθεν
επιμορφωτικών ή δήθεν ενημερωτικών- ριάλιτι σόου. Για να μην αναφερθούμε στον
άμεσο ή έμμεσο 24ωρο άνευ περιορισμού βομβαρδισμό των πολιτών με "διαφημιστικά
μηνύματα", σπόνσορες κ.λπ, που ουδεμία σχέση έχουν με την (κατά το Σύνταγμα)
"πλουραλιστική, ενημερωτική και πολιτιστική αποστολή των ΜΜΕ".
* Στον τομέα της διαφάνειας και της πολυθεσίας των δημοσιογράφων (σε βαθμό που
πλέον μιλάμε για μαζικό φαινόμενο εξαγοράς συνειδήσεων), η νέα κυβέρνηση δεν
έχει παρά να εφαρμόσει το Π.Δ. 60/1997 που είχε συντάξει ο τότε υπουργός Τύπου
Δημ. Ρέππας και το οποίο υποχρεώνει όλον το δημόσιο και τον ευρύτερο δημόσιο
τομέα να δίνει κάθε χρόνο στη δημοσιότητα τους απασχολούμενους δημοσιογράφους με
κάθε είδους σχέση εργασίας ή παροχής υπηρεσιών σε ΕΡΤ/ΕΡΑ, ΑΠΕ-ΜΠΕ, Δημοτικά
ΜΜΕ, Βουλή, Γραφεία Τύπου Υπουργείων, Περιφερειών, Νομαρχειών, Δήμων, Οργανισμών
(ΔΕΚΟ), Τραπεζών, Αθλητικών Ομοσπονδιών (που χρηματοδοτούνται από το κράτος)
κ.ά.
* Σε εποχή κρίσης αξιών, οικονομικής ύφεσης και ανεργίας που θα καλπάζει το
επόμενο διάστημα, δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή ούτε η πολυθεσία των
δημοσιογράφων στο δημόσιο, ούτε οι αργομισθίες και η πελατειακή στελέχωση της
δημόσιας ραδιοτηλεόρασης (ΕΡΤ/ΕΡΑ), των δημοτικών ΜΜΕ, του ΑΠΕ κ.λπ. Θα
αποτελέσει σκάνδαλο η αναπαραγωγή των νέων γενιών "συμβασιούχων", πολλών
ταχυτήτων, με τις κρυφές αμοιβές και αθέατα καθήκοντα.
Αν ο Γ. Παπανδρέου προκηρύσσει δημοσίως και βάσει προσόντων ακόμα και τις
πολιτικές θέσεις στη δημόσια διοίκηση, θα είναι απαράδεκτο να συρθεί στο βάλτο
της πελατειακής αδιαφάνειας των προσλήψεων δημοσιογράφων και των άλλων
ειδικοτήτων εργαζομένων στην ΕΡΤ, το ΑΠΕ, του Δήμους κ.λπ.
Τέλος εποχής των εφημερίδων; του Βασίλη Μουλόπουλου* Κατάρρευση των πωλήσεων, κατάρρευση της διαφήμισης, μείωση των εσόδων έως και 50%. Αυτή είναι η εικόνα της κατάστασης του Τύπου το 2009. Ενα μη μέλλον. Σε κάθε εφημερίδα (και περιοδικό) το φάντασμα των απολύσεων ή του κλεισίματος πλανάται πάνω από τα κεφάλια των δημοσιογράφων και όλων των εργαζομένων στις επιχειρήσεις Τύπου. Εκδότες και συνδικάτα προτείνουν κάποια μέτρα οικονομικής στήριξης του κλάδου, απαραίτητα τα περισσότερα για την επιβίωση του Τύπου και των εργαζομένων, αλλά μόνο για την επιβίωση. Αγνοούν την ανάγκη ριζικής αλλαγής στο περιεχόμενο του Μέσου, χωρίς την οποία το μέλλον των εφημερίδων είναι προκαθορισμένο: ο θάνατος. Η εφημερίδα δεν είναι ένα δοχείο ειδήσεων–gadget ατάκτως ερριμμένων. Είναι (θα έπρεπε να είναι) μια πολυφωνία κοινών αναζητήσεων, συλλογικών ανακαλύψεων. Ενας σύντροφος υπαρκτών και ονειρικών περιπλανήσεων. Ενα όχημα εξερεύνησης του καινούριου κόσμου που γεννιέται. Μια κριτική ματιά στο παρελθόν, το παρόν και το μέλλον. Η οικονομική ενίσχυση είναι η αναγκαία αλλά όχι όμως και η ικανή συνθήκη για να βγει ο Τύπος από την εντατική. Οι εφημερίδες θα υπάρξουν μόνο αν ξανασκεφτούν τον εαυτό τους, το ψηφιακό τους μέλλον και αν βασισθούν στους δημοσιογράφους. Η συρρίκνωση του αριθμού και των δικαιωμάτων των συντακτών, των αρθρογράφων, των ανταποκριτών, των απεσταλμένων, των φωτορεπόρτερ, όλων εκείνων που εγγυώνται την εγκυρότητα της ενημέρωσης, θα έχει ως μοναδικό αποτέλεσμα να επιταχύνει το θάνατο της έντυπης ενημέρωσης και να χαθεί η δυνατότητά της να περάσει με αξιώσεις ποιότητας στην εποχή του internet. Θα είναι ένα τραγικό λάθος, εκτός κι αν είναι ένα προσχεδιασμένο λάθος. (*) Ο Βασίλης Μουλόπουλος, είναι δημοσιογράφος, βουλευτής Επικρατείας του ΣΥΡΙΖΑ και πρώην πρόεδρος της Ομοσπονδίας των Ενώσεων Συντακτών (ΠΟΕΣΥ). |
(Ελευθεροτυπία, 17/10/2009)