ΕΚΔΟΧΕΣ ΤΟΥ ΑΡΑΒΟΪΣΡΑΗΛΙΝΟΥ 1948

 

Μια υποδειγματική εθνοκάθαρση;



ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ

 

1. / 2.   



Ενώ το Ισραήλ γιορτάζει τα 56α γενέθλιά του, στο εσωτερικό του πληθαίνουν οι φωνές που εισηγούνται την "οριστική λύση" του Παλαιστινιακού με ξεκαθάρισμα του εθνικού χώρου από τα εναπομείναντα αλλοεθνή στοιχεία. Επικεφαλής των εισηγητών δεν είναι άλλος από τον "εθνικά ύποπτο" ιστορικό που πρώτος τεκμηρίωσε την παλαιστινιακή εθνοκάθαρση του 1948.

 

Καθώς η δεύτερη παλαιστινιακή Ιντιφάντα διανύει ήδη τον τέταρτο χρόνο της, η έξοδος από το φαύλο κύκλο της αμείλικτης κατοχικής βίας και των απεγνωσμένων μορφών που όλο και περισσότερο παίρνει η παλαιστινιακή αντίσταση δεν λέει να διαφανεί στον ορίζοντα.

Το αντίθετο, μάλιστα: όσο η ανθρωποσφαγή κλιμακώνεται και ο κύκλος των θυμάτων διευρύνεται, τόσο κυριαρχούν εκατέρωθεν οι ακραίες εκείνες λογικές που ευαγγελίζονται την απόλυτη επικράτηση με την ολοκληρωτική εξάλειψη της απέναντι πλευράς.

Με αποτέλεσμα, ως πιθανότερος τελικός νικητής της αναμέτρησης να προβάλλει, όχι βέβαια ο "φονταμενταλισμός των αδυνάτων" που εκπροσωπούν η Χαμάς και η Τζιχάντ, αλλά το εξίσου θεοκρατικό εκείνο ρεύμα των ισραηλινών "ρεαλιστών" που εδώ και πολλά χρόνια εισηγείται την επιστροφή στο 1948, με τον οργανωμένο, καθολικό ξεριζωμό όσων Αράβων έχουν απομείνει στην Παλαιστίνη - τόσο στο εσωτερικό του ίδιου του Ισραήλ, όσο και στα κατεχόμενα εδάφη της Δυτικής Οχθης του Ιορδάνη και της Γάζας.

Αναμφισβήτητα, η πιο αποκαλυπτική πτυχή αυτής της εξέλιξης υπήρξε η πρόσφατη συστράτευση, με αυτό το ρεύμα, του ανθρώπου εκείνου που κατεξοχήν προσωποποιούσε την αμφισβήτηση των επίσημων μύθων για τη γέννηση του Ισραήλ. Ο λόγος για τον Μπένι Μόρις, καθηγητή Ιστορίας στο πανεπιστήμιο Μπεν Γκουριόν κι έναν από τους επιφανέστερους εκπροσώπους της γενιάς των "νέων ιστορικών" που τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια έφεραν στο φως την πραγματική ιστορία της οικοδόμησης του σιωνιστικού κράτους.

Στη χώρα μας, βέβαια, όλες αυτές οι εξελίξεις ελάχιστα έγιναν αντιληπτές, καθώς το επίπεδο της δημόσιας συζήτησης για το Ισραήλ, τον σιωνισμό και το Παλαιστινιακό είναι τέτοιο που σπάνια ασχολείται με τέτοιου είδους (λεπτές πλην καθοριστικές) διαφοροποιήσεις. Ας όψεται το μπόλιασμα του φιλοπαλαιστινιακού αντιιμπεριαλισμού της Αριστεράς με τα κάθε λογής παραδοσιακά αντισημιτικά στερεότυπα και προκαταλήψεις της παραδοσιακής Δεξιάς και της ευρύτερης καθ' ημάς Ορθοδοξίας...

Αξίζει, ως εκ τούτου, ν' ασχοληθούμε εδώ κάπως αναλυτικότερα με το θέμα, καθώς αυτό αποτυπώνει με το σαφέστερο δυνατό τρόπο τις εξελίξεις των τελευταίων χρόνων στο επίπεδο της ισραηλινής κοινής γνώμης και τη ραγδαία διολίσθηση μεγάλου μέρους της σε μια απροκάλυπτα φασίζουσα λογική απέναντι στους εξεγερμένους Παλαιστινίους.

Οι "νέοι ιστορικοί"

Σημείο εκκίνησης της ιστορίας μας αποτελεί η εμφάνιση των "νέων ιστορικών", στα τέλη της δεκαετίας του '80. Πρόκειται για μια ομάδα νέων ερευνητών που, επωφελούμενοι από το άνοιγμα μεγάλου μέρους των ισραηλινών κρατικών αρχείων και επηρεασμένοι από προσωπικά τους βιώματα των προηγούμενων χρόνων -στρατιωτική εισβολή στο Λίβανο (1982-85), πρώτη Ιντιφάντα (1987-93)- αμφισβήτησαν με επιτυχία όλους τους βασικούς μύθους της επίσημης σιωνιστικής ιστοριογραφίας. Ονόματα όπως αυτά των Μπένι Μόρις, Ιλάν Πάπε, Αβι Σλέιμ, Ζεέβ Στέρνχελ, Σίμχα Φλαπάν και Τομ Σέγκεβ έμελε να σημαδέψουν καθοριστικά την εικόνα της ισραηλινής κοινωνίας για το πρόσφατο παρελθόν της.

Ο όρος "νέοι ιστορικοί" συνιστά επινόηση του ίδιου του Μόρις, ενώ κάποιοι άλλοι προτίμησαν να κάνουν λόγο για "μετασιωνιστική" ιστοριογραφία - η οποία, αντί για το εβραϊκό εθνικό κίνημα (τον σιωνισμό), στο κέντρο της αφήγησής της προτιμά να βάλει το σύνολο των κατοίκων της Παλαιστίνης.

Οσον αφορά τη δημιουργία του Ισραήλ και την αραβοϊσραηλινή σύρραξη του 1947-49, που κατέληξε στη μαζική προσφυγιά 700.000 Παλαιστινίων (σε σύνολο 1.300.000), οι εργασίες των "νέων ιστορικών" αποκαθήλωσαν τρεις, κυρίως, μύθους:

(1) Το μύθο του ισραηλινού "Δαβίδ" που έδινε μάχη επιβίωσης απέναντι στον "Γολιάθ" του συνασπισμένου αραβικού κόσμου. Στην πραγματικότητα, οι ισραηλινές δυνάμεις ήταν ισχυρότερες αριθμητικά και πολύ καλύτερα εξοπλισμένες απ' ό,τι οι αντίπαλοί τους. Τον Μάιο του 1948, η επίσημη εβραϊκή "Αυτοάμυνα" (Χαγκάνα) παρέτασσε 30-35.000 μαχητές, στους οποίους πρέπει να προστεθούν 3.000 ένοπλοι παραστρατιωτικοί των ακροδεξιών οργανώσεων Ιργκούν και Λέχι, ενώ οι συνασπισμένες αραβικές δυνάμεις δεν έφταναν τις 28.000. Στα τέλη του πολέμου, οι ισραηλινές ένοπλες δυνάμεις αριθμούσαν 115.000 στρατιώτες, ενώ οι αντίπαλοί τους μόλις ξεπερνούσαν τις 60.000 (Benny Morris "Righteous victims", Ν.Υόρκη 2001, σ. 215-7).

Επιπλέον, όπως αποκάλυψε ο Αβι Σλέιμ στο βιβλίο του "Σύμπλευση κατά μήκος του Ιορδάνη" (1988), το σημαντικότερο τμήμα των αραβικών δυνάμεων, η ιορδανική "Αραβική Λεγεώνα", είχε ουσιαστικά αδρανοποιηθεί από μια μυστική συμφωνία ανάμεσα στη σιωνιστική ηγεσία και τον εμίρη του Αμάν (17.11.47), για τη μεταξύ τους διανομή των περιοχών που ο ΟΗΕ προόριζε για τη δημιουργία παλαιστινιακού κράτους.

(2) Το μύθο της ισραηλινής "διαλλακτικότητας", απέναντι στην αραβική "αδιαλλαξία". Αντίθετα με τη διαδεδομένη εικόνα ενός αραβικού κόσμου μονίμως αποφασισμένου να σβήσει το Ισραήλ από το χάρτη, στην πραγματικότητα το Τελ Αβίβ ήταν εκείνο που αρνήθηκε επίμονα να δεχτεί οποιαδήποτε συμβιβαστική λύση με τον περίγυρό του, την επαύριο του πολέμου.

Ο πρωθυπουργός Μπεν Γκουριόν και οι στενοί συνεργάτες του απέφυγαν ακόμη και να ενημερώσουν το υπουργικό τους συμβούλιο -πόσο μάλλον την εβραϊκή κοινή γνώμη- για τις διαδοχικές βολιδοσκοπήσεις της Συρίας, της Ιορδανίας και της Αιγύπτου που μεταξύ 1949 και 1955 πρότειναν έναν οριστικό ειρηνευτικό διακανονισμό έναντι εδαφικών ή οικονομικών ανταλλαγμάτων (Morris, ό.π., σ.259-69).

Και, φυσικά, οι ισραηλινές κυβερνήσεις δεν δέχονταν ούτε κουβέντα για επαναπατρισμό των 700.000 Παλαιστινίων προσφύγων, όπως ζητούσε η Απόφαση 194 της Γ.Σ. του ΟΗΕ (11.12.48). Το υπουργικό συμβούλιο είχε άλλωστε αποφασίσει, ήδη από τις 16.6.48, την απαγόρευση της παλιννόστησης όσων είχαν ήδη εγκαταλείψει (ή επρόκειτο να εγκαταλείψουν στη διάρκεια του πολέμου) τις εστίες τους.

(3) Το μύθο της "εθελούσιας φυγής" των Παλαιστινίων, ύστερα από εντολή των αραβικών κυβερνήσεων. Μολονότι σε διεθνές επίπεδο αυτός ο ισχυρισμός είχε αμφισβητηθεί αρκετά νωρίς (τόσο από τους άμεσα ενδιαφερόμενους όσο κι από τρίτους ερευνητές, όπως ο ιρλανδός δημοσιογράφος Ερσκιν Τσάιλντερς), στο εσωτερικό του Ισραήλ εξακολουθούσε μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του '80 να αποτελεί την σχεδόν καθολικά αποδεκτή εκδοχή των γεγονότων. Η οριστική κατάρριψή του χάρη σε μια εντυπωσιακή αρχειακή τεκμηρίωση υπήρξε το αποκορύφωμα της εικονοκλαστικής παρέμβασης των "νέων ιστορικών".

Η τεκμηρίωση της εθνοκάθαρσης

Με τα βιβλία του "Η γέννηση του παλαιστινιακού προσφυγικού προβλήματος" (1987) και "Το 1948 και τα μετέπειτα" (1990), ο Μπένι Μόρις υπήρξε χωρίς αμφιβολία ο πρωτεργάτης αυτού του ρεύματος. Δημοσιογράφος της Jerusalem Post, "επιλεκτικός αρνητής στράτευσης" που φυλακίστηκε το 1988 λόγω της άρνησής του να υπηρετήσει στα Κατεχόμενα (βλ. σχετικά "Ιός" 17.11.2001), τεκμηρίωσε όσο κανείς άλλος με ντοκουμέντα την ευθύνη της σιωνιστικής ηγεσίας για την παλαιστινιακή προσφυγιά.

Σύμφωνα με την ανάλυσή του, η παλαιστινιακή Εξοδος του 1947-48 σημαδεύτηκε από τρία διαδοχικά κύματα:

α. Το πρώτο (Σεπτέμβριος 1947 - Μάρτιος 1948) αφορούσε 70-75.000 Αραβες, ως επί το πλείστον από τα εύπορα και μικροαστικά στρώματα των πόλεων. Καθοριστικό ρόλο σ' αυτό έπαιξαν τόσο το γενικότερο κλίμα ανασφάλειας όσο και οι τυφλές βομβιστικές επιθέσεις της σιωνιστικής ακροδεξιάς σε αραβικές συνοικίες.

β. Το δεύτερο (Μάρτιος - Ιούνιος 1948) σημειώθηκε μετά την κλιμάκωση των διακοινοτικών συγκρούσεων και γενικεύτηκε με την επέμβαση των γύρω αραβικών χωρών. Ηταν οι μέρες της εφαρμογής του "Σχεδίου Δ" της Χαγκάνα, το οποίο (τυπικά τουλάχιστον) στόχευε στη "διασφάλιση της αμυντικής περιμέτρου" και την "προστασία των μετόπισθεν" των εβραϊκών δυνάμεων. Επιμέρους οδηγίες του σχεδίου πρόβλεπαν, ωστόσο, τη "διεξαγωγή επιχειρήσεων εναντίον εχθρικών πληθυσμιακών κέντρων" με "καταστροφή των χωριών (πυρπόλησή τους, ανατίναξη και ναρκοθέτηση των ερειπίων), ιδιαίτερα εκείνων των πληθυσμιακών κέντρων που είναι δύσκολο να ελεγχθούν σε σταθερή βάση" και διέτασσαν "σε περίπτωση αντίστασης, ο πληθυσμός να απελαθεί πέρα από τα σύνορα του κράτους". Είναι προφανές ότι η εφαρμογή του σχεδίου έγινε με τέτοιο τρόπο, ώστε να "καθαριστεί" από το γηγενή πληθυσμό της μια όσο το δυνατόν μεγαλύτερη έκταση.

Συνολικά, κάπου 350.000 Παλαιστίνιοι εγκατέλειψαν τις εστίες τους σ' αυτή τη φάση. Βασικός λόγος της φυγής τους ήταν η στρατιωτική πίεση και οι επιλεκτικές, τρομοκρατικές σφαγές αμάχων από τις ισραηλινές δυνάμεις - τουλάχιστον πενήντα, με γνωστότερη αυτή του Ντέιρ Γιασίν (9.4.48).

γ. Το τρίτο κύμα (Ιούλιος - Νοέμβριος 1948), οργανώθηκε ουσιαστικά από τον ισραηλινό στρατό. Στόχοι της εκκαθάρισης, που ξεσπίτωσε άλλες 300.000, υπήρξαν κυρίως τα αραβικά χωριά της Γαλιλαίας. Την εικόνα συμπληρώνει η ανομολόγητη απέλαση μερικών χιλιάδων βεδουίνων του Νεγκέβ, μετά το τέλος των εχθροπραξιών.

Εκτός από τις επιμέρους λεπτομέρειες αυτού του διωγμού, ο Μόρις τεκμηρίωσε ένα ακόμη, καθοριστικό σημείο: τους σχεδιασμούς της ηγεσίας του σιωνιστικού κινήματος -αφηρημένα από το 1885, με κάθε λεπτομέρεια από το 1937 και μετά- γι' αυτό το εθνολογικό ξεκαθάρισμα της υπό ίδρυση πατρίδας. "Αν δεν καταφέρουμε ν' απομακρύνουμε τους Αραβες από ανάμεσά μας, όταν μια βασιλική επιτροπή το εισηγείται αυτό στην Αγγλία, και να τους μεταφέρουμε σε μια αραβική περιοχή", σημείωνε λ.χ. χαρακτηριστικά στο προσωπικό του ημερολόγιο ο Μπεν Γκουριόν (12.7.37), "δεν θα μπορέσουμε να το κάνουμε εύκολα μετά την ίδρυση του εβραϊκού κράτους, όταν τα δικαιώματα των μειονοτήτων θα προστατεύονται κι ολόκληρος ο κόσμος, ο ανταγωνιστικός προς εμάς, θα περνάει από κόσκινο τη συμπεριφορά μας απέναντι στις μειονότητες. Αυτό το πράγμα πρέπει να γίνει τώρα - και το πρώτο βήμα, ίσως το καθοριστικό, είναι να προετοιμαστούμε για την υλοποίησή του".

Η "ανάνηψη" του "προδότη"

Η αντίδραση του σιωνιστικού κατεστημένου σ' αυτές τις αποκαλύψεις ήταν αναμενόμενη: ωμή καταστολή, στο όνομα του "εθνικού συμφέροντος". Ο Μόρις απολύθηκε από την εφημερίδα του, υπέστη μια καταιγίδα ενορχηστρωμένων επιθέσεων από τους προστάτες της ιστοριογραφικής ορθοδοξίας και, τέλος, παρά τα αδιαμφισβήτητα τυπικά προσόντα του, χρειάστηκε δώδεκα ολόκληρα χρόνια μέχρι να βρει μια θέση πανεπιστημιακού.

Αν τελικά επιβίωσε επαγγελματικά, αυτό το οφείλει κυρίως στο γεγονός ότι η εικονοκλαστική δουλειά του, όχι μόνο τον είχε κάνει διεθνώς γνωστό, αλλά και τον είχε μετατρέψει σε σύμβολο του "άλλου Ισραήλ" -αυτού που αμφισβητεί τους ιδρυτικούς μύθους του παρελθόντος και θέλει να ζήσει ειρηνικά με τους γείτονές του.

Αυτό το "άλλο Ισραήλ", ή ό,τι έχει απομείνει απ' αυτό, έμελλε να υποστεί τα τελευταία χρόνια το σοκ της αποσκίρτησης του επιφανούς ιστορικού στο αντίπαλο στρατόπεδο. Η "ανάνηψή" του ξεκίνησε με μια ομιλία του στο Μπέρκλεϊ, το 2001, και συνεχίστηκε με μια συνέντευξή του στην ισραηλινή "Γεντιότ Αχρονότ" (23.11.01) και διαδοχικά άρθρα του στη βρετανική "Γκάρντιαν" (21.2.02 και 3.10.02). Ο αντίκτυπός τους μπορεί να μετρηθεί, μεταξύ άλλων, κι από το γεγονός ότι σ' ένα από αυτά ο Μόρις αισθάνεται υποχρεωμένος, χαριτολογώντας αυτάρεσκα, να διαψεύσει "τη φήμη ότι έχει υποστεί μεταμόσχευση εγκεφάλου".

Βασικό επιχείρημα της μεταστροφής του, συνιστά ο ισχυρισμός ότι το ξέσπασμα της δεύτερης Ιντιφάντα το 2000 αποκάλυψε την (πάγια αλλά συγκαλυμμένη) πρόθεση των Παλαιστινίων να καταστρέψουν ολοκληρωτικά το Ισραήλ κι όχι να διαπραγματευθούν μαζί του ένα οποιοδήποτε modus vivendi.

Βέβαια, όπως έσπευσαν να επισημάνουν οι επικριτές του, αυτό το σκεπτικό αντλεί περισσότερο από την τρέχουσα πολιτική επιχειρηματολογία του συρμού παρά από οποιαδήποτε σοβαρή επιστημονική ανάλυση. Γιατί, στην περίπτωση του Μόρις, συμβαίνει και αυτό: την ίδια στιγμή που "πολιτικά" συστρατεύεται με τον Σαρόν, ο γενάρχης των "νέων ιστορικών" κυκλοφορεί την αναθεωρημένη έκδοση του πρώτου βιβλίου του, η οποία όχι μόνο δεν αμφισβητεί αλλά τεκμηριώνει ακόμη περισσότερο την εθνοκάθαρση του 1948!

Η ανάλυσή του έχει, ως εκ τούτου, ένα πρόσθετο ενδιαφέρον. Μας δείχνει σε ποιο βαθμό η δουλειά ενός ιστορικού καθορίζεται, όχι μόνο απ' αυτό καθεαυτό το πρωτογενές (αρχειακό και άλλο) υλικό που έχει στη διάθεσή του, αλλά και από το κυρίαρχο πολιτικό κλίμα, τα διλήμματα και τις στρατηγικές που κυριαρχούν στην κοινωνία την εποχή της συγγραφής. Αλλά και πόσο εύκολο είναι για έναν άνθρωπο (ή μια κοινωνία) να περάσει από τις ανθρωπιστικές ευαισθησίες στον πιο απροκάλυπτο κυνισμό.

Αν στα τέλη της δεκαετίας του '80, εποχή της πρώτης παλαιστινιακής Ιντιφάντα και της οδυνηρής αφύπνισης της ισραηλινής κοινής γνώμης για τα τεκταινόμενα στα Κατεχόμενα, η "αποκάλυψη" της εθνοκάθαρσης του 1948 συνηγορούσε υπέρ της ειρηνευτικής προσπάθειας, στις σημερινές συνθήκες του γενικευμένου "ασύμμετρου πολέμου" της Παλαιστίνης το ίδιο πράγμα δεν προκαλεί παρά μελαγχολία για τη "μισή δουλειά" που ο Μπεν Γκουριόν κι οι συνεργάτες του κληροδότησαν στους επιγόνους τους.

Οχι πια "μισή δουλειά"

Το αποκορύφωμα της στροφής του Μόρις ήρθε με μια πολυσέλιδη συνέντευξή του στην προοδευτική "Χαάρετζ" (9.1.04). Εκεί, υιοθετεί όλο το οπλοστάσιο των ρατσιστικών ιδεολογημάτων σχετικά με τη "σύγκρουση πολιτισμών", τη δομική "βαρβαρότητα" του αραβικού κόσμου, ακόμη και το "λάθος" της Δύσης να επιτρέψει την "διείσδυση κι εγκατάσταση Μουσουλμάνων" στο εσωτερικό της. Οι δε Παλαιστίνιοι, "είναι μια κοινωνία άρρωστη, που έχει μετατραπεί σε σίριαλ κίλερ" και πρέπει να αντιμετωπιστεί ανάλογα: "με φυλάκιση ή εκτέλεση".

Οσο για τις ιστορικές αναλογίες που επιστρατεύει, αυτές δύσκολα διακρίνονται από το συνηθισμένο διαχρονικό τσαλαβούτημα της παγκόσμιας ακροδεξιάς: "Κάτι παρόμοιο συνέβη στη Ρώμη. Αφησαν τους βαρβάρους να μπουν, κι αυτοί ανέτρεψαν την Αυτοκρατορία εκ των ένδον. [...] Ακριβώς όπως οι Σταυροφόροι, είμαστε το ευάλωτο παρακλάδι της Ευρώπης σε τούτο το μέρος".

Η ουσία, ωστόσο, βρίσκεται στο "διά ταύτα": την ανοιχτή επαγγελία μιας μεσοπρόθεσμης "οριστικής λύσης" του παλαιστινιακού με την εκδίωξη του συνόλου των Αράβων της περιοχής (τόσο του παλαιστινιακού πληθυσμού των Κατεχόμενων όσο και των ισραηλινών πολιτών αραβικής καταγωγής) από τα εδάφη που σήμερα κατέχει το σιωνιστικό κράτος. Ετσι ώστε η εθνοκάθαρση του 1948 να βρει την τελική της δικαίωση:

"Δεν υπάρχει δικαιολογία για τους βιασμούς και τις σφαγές. Πρόκειται για εγκλήματα πολέμου. Ομως, κάτω από ορισμένες συνθήκες, η εκδίωξη δεν συνιστά έγκλημα πολέμου. Δεν νομίζω ότι οι διωγμοί του 1948 ήταν εγκλήματα πολέμου. Δεν μπορείς να φτιάξεις ομελέτα χωρίς να σπάσεις αβγά. Πρέπει να λερώσεις τα χέρια σου. [...] Υπάρχουν περιστάσεις την Ιστορία που δικαιολογούν την εθνοκάθαρση. Το κράτος του Ισραήλ δεν θα είχε γεννηθεί χωρίς τον ξεριζωμό 700.000 Παλαιστινίων. Ως εκ τούτου, ήταν αναγκαίο να τους ξεριζώσουμε".

Απέναντι στον ιδρυτή του Ισραήλ, ο Μόρις εξακολουθεί να κρατά τις αποστάσεις του - από αναπάντεχη όμως, τούτη τη φορά, θέση:

"Δεν ταυτίζομαι με τον Μπεν Γκουριόν. Πιστεύω ότι έκανε ένα σοβαρό λάθος το 1948. Μολονότι κατανοούσε το δημογραφικό ζήτημα και την ανάγκη δημιουργίας ενός εβραϊκού κράτους χωρίς μεγάλη αραβική μειονότητα, στη διάρκεια του πολέμου τρόμαξε. Και, στο τέλος, δίστασε".

Ο δημοσιογράφος δείχνει να ξαφνιάζεται:

"- Δεν είμαι βέβαιος ότι καταλαβαίνω. Λέτε ότι ο Μπεν Γκουριόν έκανε λάθος, επειδή έδιωξε υπερβολικά λίγους Αραβες;

- Θάπρεπε ίσως να είχε κάνει μια ολοκληρωμένη δουλειά. Ξέρω πως αυτό αφήνει άναυδους τους Αραβες και τους φιλελεύθερους και τους πολιτικά ορθούς τυπάδες. Εχω όμως την αίσθηση πως τούτος ο τόπος θα ήταν πιο ήσυχος και θα υπόφερε πολύ λιγότερο, αν το ζήτημα είχε λυθεί μια και καλή. Αν ο Μπεν Γκουριόν είχε πραγματοποιήσει είχε καθαρίσει όλη τη χώρα - όλη τη Γη του Ισραήλ, μέχρι τον Ιορδάνη ποταμό. Πιθανόν ν' αποδειχθεί πως αυτό υπήρξε το θανάσιμο σφάλμα του. Αν είχε πραγματοποιήσει ολοκληρωτικό διωγμό, αντί για ημίμετρα, θα είχε σταθεροποιήσει το ισραηλινό κράτος για πολλές γενιές".

Το "ελληνοτουρκικό" μοντέλο

Εξυπακούεται ότι όλη αυτή η επανεκτίμηση του 1948 αφορά λιγότερο το παρελθόν και περισσότερο το μεσοπρόθεσμο μέλλον:

"Αν με ρωτάτε κατά πόσο υποστηρίζω τη μεταφορά και εκδίωξη των Αράβων από τη Δυτ. Οχθη, τη Γάζα κι ενδεχομένως από τη Γαλιλαία", εξηγεί ο Μόρις στο συνομιλητή του, "λέω όχι αυτή τη στιγμή. Κάτω από τις παρούσες περιστάσεις, δεν είναι ούτε ηθικό ούτε ρεαλιστικό. Ο κόσμος δεν θα το επέτρεπε, ο αραβικός κόσμος δεν θα το επέτρεπε, θα κατέστρεφε την ισραηλινή κοινωνία εκ των ένδον. Κάτω όμως από άλλες περιστάσεις, που θα έχουν χαρακτήρα Αποκάλυψης και που ενδέχεται να υπάρξουν σε πέντε ή δέκα χρόνια, μπορώ να το δω. Αν βρεθούμε περικυκλωμένοι από ατομικά όπλα ή αν υπάρξει γενικευμένη αραβική επίθεση εναντίον μας και μια κατάσταση μετωπικού πολέμου, με τους Αραβες στα μετόπισθεν να πυροβολούν εναντίον των εφοδιοπομπών που κινούνται προς το μέτωπο, ενέργειες εκδίωξης θα είναι απόλυτα λογικές. Θα είναι ακόμη και απαραίτητες".

Εξίσου αποκαλυπτικό είναι το βασικό επιχείρημα που ο Μόρις θα επιστρατεύσει για ν' απαντήσει στη θύελλα των επικρίσεων που προκάλεσε η συνέντευξή του. "Σε τελική ανάλυση", γράφει ("Χαάρετζ" 23.1.04), "μήπως η εθνοκάθαρση που διέπραξαν οι Τούρκοι κατά της ελληνικής μειονότητάς τους και οι Ελληνες κατά της τουρκικής μειονότητάς τους μετά τον Α΄ Παγκόσμιο πόλεμο, δεν συνέβαλαν στην ευημερία και την ευτυχία των δύο λαών, και στην ειρήνη που έχει επικρατήσει ανάμεσα στα δυο έθνη έκτοτε;". Αναφέρεται, φυσικά, στον πόλεμο του 1919-1922 και σε όσα ακολούθησαν...
 

(Ελευθεροτυπία, 16/5/2004)

 

www.iospress.gr                                                                                    ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΣΤΟ ΔΕΥΤΕΡΟ ΜΕΡΟΣ