ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΤΟΥ ΚΑΘΗΓΗΤΗ Ι. ΧΑΣΙΩΤΗ ΚΑΙ ΑΠΑΝΤΗΣΗ ΤΟΥ «ΙΟΥ»
Αρμένιοι: «φίλοι» ή «εχθροί»;
ΔΕΥΤΕΡΟ ΜΕΡΟΣ
1. / 2.
Η ελληνοτουρκική συνεργασία
Για τον αμύητο αναγνώστη ή τον ιστοριογράφο που καθοδηγείται από τα σημερινά στερεότυπα, η αντιαρμενική στάση των ελλήνων εθνικιστών στις αρχές του 20ού αιώνα συνιστά πραγματικό αίνιγμα. Πώς είναι δυνατόν η αντιοθωμανική δραστηριότητα των αρμενίων επαναστατών να ερμηνεύεται από τις διωκτικές αρχές και τον τύπο της εποχής ως αντιτιθέμενη προς τα ελληνικά εθνικά συμφέροντα;
Το ερώτημα αυτό αναπαράγει στην επιστολή του ο κ. Χασιώτης, όταν τονίζει ότι η συνεργασία της «Αρμενικής Επαναστατικής Ομοσπονδίας» (Τασνάκ) με τους κομιτατζήδες της «Εσωτερικής Μακεδονικής Επαναστατικής Οργάνωσης» (ΕΜΕΟ) «είχε τουρκικούς, όχι ελληνικούς στόχους» κι ότι δεν προκύπτουν «συγκεκριμένες πληροφορίες για φιλοβουλγαρική δράση Αρμενίων στην ελληνική Μακεδονία».
Η ερμηνεία του φαινομένου προϋποθέτει να μεταφερθούμε στο κλίμα των ημερών. Μετά το 1878 (και ιδίως το 1897), κεντρικός άξονας της ελληνικής πολιτικής υπήρξε η στήριξη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας με ταυτόχρονη βελτίωση των «εθνικών θέσεων» στο εσωτερικό της, χάρη στην προνομιακή (ως προς τις άλλες χριστιανικές εθνότητες) πρόσβαση των «ημετέρων» στους οθωμανικούς θεσμούς. Κάθε επαναστατικό εγχείρημα κατά του οθωμανικού καθεστώτος εκλαμβανόταν, έτσι, ως έμμεση επίθεση κατά των προνομίων του «Ελληνισμού».
Για τη θεωρητική τεκμηρίωση αυτής της στρατηγικής, εξαιρετικά εύγλωττη είναι η αρθρογραφία της εποχής. «Ο κλονισμός της Τουρκίας θα συνεπιφέρη και τον κλονισμόν της Ελλάδος, διότι μετά της Τουρκίας αποτελούμεν έν όλον, διότι οι Τούρκοι είμεθα ημείς», εξηγούσε π.χ. από τις στήλες της «Ακροπόλεως» (10.8.1903) ο δημοσιολόγος κι ημιεπίσημος προπαγανδιστής των εθνικών θέσεων, Κλεάνθης Νικολαΐδης. «Το Οσμανικόν Κράτος είνε το αρχαίον Βυζάντιον υπό άλλον κυρίαρχον και άλλο όνομα. Το πράγμα όμως παρέμεινε το ίδιον. Αντί μιας φυλής εξωτερικεύουσι το κράτος δύο. Οι Τούρκοι είνε οι κυρίαρχοι του Κράτους τούτου πολιτικώς και ημείς στρατιωτικώς».
Πρακτική εφαρμογή των παραπάνω ήταν η ελληνο-οθωμανική συνεργασία στην καταστολή ανταγωνιστικών χριστιανικών επαναστατικών κινημάτων. Το Φεβρουάριο του 1901, π.χ., η ελληνική πρεσβεία της Κων/λης διέταξε τις υφιστάμενές της προξενικές αρχές (και, διά πατριαρχικής εγκυκλίου, τους κατά τόπους μητροπολίτες) να προβαίνουν «εις τας καταλλήλους συνεννοήσεις όπως υποβοηθούν τας τοπικάς αρχάς εις ανακάλυψιν των ανατρεπτικών στοιχείων» (Εν Κων/λει 13.2.1901, αρ.109, εμπ.). Η εντολή εφαρμόστηκε μαζικά, κλονίζοντας την εικόνα της Ελλάδας στους υπόδουλους πληθυσμούς: «Κυλίουσι σήμερον οι Τούρκοι τον λίθον του Σισύφου, μετ' αυτών δε και ημείς, μέχρις ού εξαντληθώσιν αι δυνάμεις και αυτών και ημών», διαπιστώνει χαρακτηριστικά ο πρόξενος Μοναστηρίου (3.10.1902, αρ.567). Κατά τη διάρκεια της εξέγερσης του Ιλιντεν, πάλι, φοιτητές της Αθήνας θα επισκεφθούν την τουρκική πρεσβεία ζητώντας να «πολεμήσωσι κατά των Βουλγάρων» στο πλευρό του οθωμανικού στρατού («Ακρόπολις» 28.7.1903).
Αρμένιοι και κομιτατζήδες συνεργάστηκαν, αντίθετα, για την ένοπλη αποτίναξη του οθωμανικού ζυγού. Το Τανσνάκ προσέφερε στην ΕΜΕΟ την τεχνογνωσία κατασκευής βομβών που της επέτρεψε ν' απαλλαγεί απ' τον εναγκαλισμό της βουλγαρικής πολεμικής βιομηχανίας (Γκιόρτσο Πετρόφ, «Απομνημονεύματα», Σόφια 1927, σ.54-5). Επικεφαλής του παράνομου εργαστηρίου της οργάνωσης που στήθηκε στα περίχωρα της Σόφιας ήταν ένας Αρμένιος, ονόματι Κιρκόρ (Duncan Perry, «The politics of terror. The Macedonian revolutionary movement, 1893-1903», Λονδίνο 1988, σ.152). Αρμενικής προέλευσης ήταν και τα εκρηκτικά που χρησιμοποίησαν αναρχικοί κομιτατζήδες στις βομβιστικές ενέργειες του 1903 στη Θεσσαλονίκη (Γιάννης Μέγας, «Οι "βαρκάρηδες" της Θεσσαλονίκης», Αθήνα 1994, σ.55).
Το «αντιτρομοκρατικό» πογκρόμ του 1905 κατά των Αρμενίων της Ελλάδας δεν είναι, ως εκ τούτου, καθόλου περίεργο. Αντίθετα προς τις διαβεβαιώσεις του κ. Χασιώτη, η αρθρογραφία του αθηναϊκού τύπου των ημερών δεν περιορίστηκε στην αναζήτηση «βουλγαρικού δακτύλου» αλλά καταδίκασε αυτή καθ' εαυτή την «καταχθόνιον ανατρεπτικήν εργασίαν» των αρμενίων επαναστατών, αποκαλώντας τους «νέους βανδάλους της Ανατολής» («Σκριπ» 25.8.1905) κι αποδίδοντάς τους σχέδια ανατίναξης του Παρθενώνα («Νέον Αστυ» 24.8.1905). Ακόμη πιο αποκαλυπτική είναι η προθυμία εφημερίδων κι ελλήνων διπλωματών να αναπαραγάγουν, τις ίδιες ακριβώς μέρες, τη φημολογία σύμφωνα με την οποία η μεγάλη πυρκαγιά της Αδριανούπολης (20.8.1905) υπήρξε το προϊόν μιας καταχθόνιας βουλγαρο-αρμενικής συνωμοσίας εναντίον της «ελληνοτουρκικής» αυτής πόλης.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ
Ι. Κ. Hassiotis
«Armenians», σε Richard Clogg (ed.), «Minorities in Greece» (Λονδίνο 2002, εκδ. Hurst & Co., σ.94-111).
Σκιαγράφηση της διαχρονικής παρουσίας των αρμενικών κοινοτήτων στην Ελλάδα, από τον κατεξοχήν ειδικευμένο στο ζήτημα έλληνα πανεπιστημιακό.
Ι.Κ. Hassiotis
«The Greeks and the Armenian Massacres (1890-1896)» (Neo-Hellenika, IV/1981, σ.69-109).
Η στάση των Ελλήνων της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και του ελεύθερου Βασιλείου απέναντι στο αρμενικό εθνικό κίνημα και τον «πρώτο γύρο» της γενοκτονίας των Αρμενίων.
Ι.Κ. Hassiotis
«Shared Illusions: Greek - Armenian co-operation in Asia Minor and the Caucasus (1917-1922)», στο συλλογικό «Greece and Great Britain during World War Ι» (Θεσ/νίκη 1985, εκδ. ΙΜΧΑ, σ.139-92).
Εμπεριστατωμένη ανατομία των ελληνοαρμενικών επαφών, διαβουλεύσεων και τριβών στη διάρκεια του Α' Παγκοσμίου Πολέμου, της μικρασιατικής εκστρατείας και των ανακατατάξεων που προκάλεσε στην περιοχή του Καυκάσου η ρωσική επανάσταση.
Ιωάννης Κ. Χασιώτης
«Η Ιστορία της Αρμενίας» και «Η Γενοκτονία των Αρμενίων», σε Ελευθερία Τραϊου (επιμ.), «Η Αρμενία και ο Ελληνισμός» («Η Καθημερινή - Επτά Ημέρες» 5.2.1995, σ. 2-6 & 10-12).
Εκλαϊκευτική -κι απολύτως ωραιοποιημένη- δημοσιογραφική παρουσίαση των σχέσεων Ελλήνων και Αρμενίων, από τον ίδιο συγγραφέα. Εμφαση στους «τρισχιλιετείς δεσμούς» και στην «κοινή μοίρα του αρμενικού έθνους με τον Ελληνισμό της Μικράς Ασίας», χωρίς ενοχλητικές αναφορές στις κατά καιρούς τριβές μεταξύ των δυο εθνοτήτων.
(Ελευθεροτυπία, 22/5/2005)
www.iospress.gr ΠΙΣΩ ΣΤΟ ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ |